pregiudicàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [preʤudiˈkare]
1 έχω προκατάληψη
2 διακυβεύω
3 ζημιώνω
4 χαλώ
5 κάνω ντροπιαστική παραχώρηση
6 προδικάζω
7 είμαι φθοροποιός
8 βλάπτω με δικαστική κρίση
9 διακινδυνεύω
10 τραυματίζω
11 βλάπτω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [preʤudiˈkare]
1 έχω προκατάληψη
2 διακυβεύω
3 ζημιώνω
4 χαλώ
5 κάνω ντροπιαστική παραχώρηση
6 προδικάζω
7 είμαι φθοροποιός
8 βλάπτω με δικαστική κρίση
9 διακινδυνεύω
10 τραυματίζω
11 βλάπτω
permalink
pregiudicare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android