Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpioviscolàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [pjoviskoˈlare] 1 ψιχαλίζει 2 ψιλοβρέχει permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |