Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpìllola
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈpillola] 1 το χάπι 2 (anticoncezionale) το αντισυλληπτικό permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |