Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpilotàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [piloˈtare] 1 κατευθύνω με τιμόνι πλοίο 2 οιακίζω 3 κυβερνώ 4 διευθύνω με τιμόνι αυτοκίνητο 5 πιλοτάρω 6 πλοηγώ 7 πηδαλιουχώ αεροσκάφος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |