Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpescàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [pesˈkare] απαιτώ κάποιο βάθος για να πλεύσω pescàre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [pesˈkare] ψαρεύω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |