Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpavimentàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [pavimenˈtare] 1 πλακοστρώνω 2 προετοιμάζω τον δρόμο 3 στρώνω δρόμο 4 καλύπτω με πάτωμα 5 επιστρώνω δρόμο 6 λιθοστρώνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |