Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpaziènte
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [patˈtsjɛnte] ο ασθενής paziènte επίθετο Προσφορά I.P.A.: [patˈtsjɛnte] υπομονητικός (-ή, -ό) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |