Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpastòcchia
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [pasˈtɔkkja] 1 αναστάτωση 2 ανακάτωμα 3 ακαταστασία 4 μπέρδεμα 5 σύγχυση 6 εμπλοκή 7 ταραχή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |