ItalianoGreco


pacifìsmo  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [paʧiˈfizmo]

1 φιλειρηνικότητα
2 φιλειρηνισμός
3 πασιφισμός
4 ειρηνισμός
5 ειρηνοφιλία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---