Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόomèga, òmega
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [oˈmɛga], [ˈɔmega] ωμέγα (τελευταίο γράμμα ελληνικού αλφαβήτου) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |