Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόninfàle
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ninˈfale] ποίημα για νύμφες ninfàle επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ninˈfale] 1 ο των νυμφών 2 όμοιος με αρχαία νύμφη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |