ItalianoGreco


nàve  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈnave]

το πλοίο


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


nave [θηλ.] da crociera = το κρουαζιερόπλοιο || nave [θηλ.] da guerra = το πολεμικό πλοίο || nave [θηλ.] traghetto = το φέρι-μπόουτ



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---