Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόnàutico
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ˈnawtiko] 1 θαλασσινός 2 θαλάσσιος 3 ναυτικός 4 ναυτιλλόμενος permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαmiglio [αρσ.] nautico = το ναυτικό μίλι || sci [αρσ.] nautico = το θαλάσσιο σκι Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |