Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


nauseabóndo  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [nawzeaˈbondo]

1 αηδιαστικός
2 βδελυρός
3 γλοιώδης
4 αναγουλιαστικός
5 αποτρόπαιος
6 απωθητικός
7 προκαλών ναυτία
8 σιχαμερός
9 απαίσιος
10 αποκρουστικός
11 δυσάρεστος
12 εμετολογικός
13 ρυπαρός


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  nausea nauseante  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

naufragio (ουσ αρσ )
naufrago (ουσ αρσ )
naumachia (θηλ.ουσ)
naupatia (θηλ.ουσ)
nausea (θηλ.ουσ)
nauseabondo (επίθ.)
nauseante (επίθ.)
nauseare (ρ. μτβ.)
nauseato (επίθ.)
nauta (ουσ αρσ )
nautica (θηλ.ουσ)
nautico (επίθ.)
nautilo (ουσ αρσ )
navale (επίθ.)
navalmeccanica (θηλ.ουσ)
navalmeccanico (ουσ αρσ )
navalmeccanico (επίθ.)
navarco (ουσ αρσ )
navarra (θηλ.ουσ)
navata (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---