Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόméstola
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈmestola] 1 μυστρί 2 φυτό γένους plantago 3 χουλιάρα 4 κουτάλα 5 κουτάλι μεγάλο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |