Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmatricìna
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [matriˈʧina] 1 δεντρί 2 φιντανάκι 3 δεντράκι 4 δενδράκι 5 δενδρύλλιο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |