Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmarróne
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [marˈrone] 1 γκάφα 2 κάστανο 3 καστανιά 4 καστανιά ισπανική 5 καστανό χρώμα 6 καφέ χρώμα marróne επίθετο Προσφορά I.P.A.: [marˈrone] καστανός (-ή, -ό) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |