Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόleonardésco
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [leonarˈdesko] 1 σε στυλ Λεονάρντο ντα Βίντσι 2 σύμφωνα με την τεχνοτροπία του Leonardo permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z |
Ën piemontèis |