ItalianoGreco


legìsta  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [leˈʤista]

1 νομικός ειδικός σε ρωμαὶκό δίκαιο
2 νομομαθής
3 νομικός ειδικός σε αστικό δίκαιο
4 νομικός επιστήμονας


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---