Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόlabilità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [labiliˈta] 1 αδυναμία (συγκράτησης στη μνήμη) 2 προσωρινότητα 3 αστάθεια 4 μεταβατικότητα 5 παροδικότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |