Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


ipocloróso  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [ipokloˈroso], [ipokloˈrozo]

υποχλωριώδες (οξύ)


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ipoclorito ipocondria  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ipocalorico (επίθ.)
ipocentro (ουσ αρσ )
ipocicloide (επίθ.)
ipocloridria (θηλ.ουσ)
ipoclorito (ουσ αρσ )
ipocloroso (επίθ.)
ipocondria (θηλ.ουσ)
ipocondriaco (αρσ. επίθ και ουσ)
ipocondrico (επίθ.)
ipocondrio (ουσ αρσ )
ipocrisia (θηλ.ουσ)
ipocrita (ουσ αρσ και θηλ.)
ipocrita (επίθ.)
ipocritico (επίθ.)
ipoderma (ουσ αρσ )
ipodermico (επίθ.)
ipofisario (επίθ.)
ipofisi (θηλ.ουσ)
ipofosfato (ουσ αρσ )
ipofosforico (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---