Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


ipervelocità
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [,iperveloʧiˈta]

υπερταχύτητα


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  iperuricemia ipervitaminico  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ipertossico (επίθ.)
ipertricosi (θηλ.ουσ)
ipertrofia (θηλ.ουσ)
ipertrofico (επίθ.)
iperuricemia (θηλ.ουσ)
ipervelocità (θηλ.ουσ)
ipervitaminico (επίθ.)
ipervitaminosi (θηλ.ουσ)
ipnagogico (επίθ.)
ipnologia (θηλ.ουσ)
ipnopedia (θηλ.ουσ)
ipnosi (θηλ.ουσ)
ipnoterapia (θηλ.ουσ)
ipnotico (επίθ.)
ipnotismo (ουσ αρσ )
ipnotizzare (ρ. μτβ.)
ipnotizzatore (ουσ αρσ )
ipoacusia (θηλ.ουσ)
ipoalimentazione (θηλ.ουσ)
ipoazotide (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---