Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


iniziàre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [initˈtsjare]

1 εκκινώ
2 ξεκινώ
3 αρχινίζω
4 αρχίζω
5 αρχινώ

iniziàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [initˈtsjare]

αρχίζω

iniziarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [initˈtsjarsi]

1 αρχίζω
2 ξεκινώ


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  iniziamento iniziatico  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

iniquo (επίθ.)
iniziale (θηλ.ουσ)
iniziale (επίθ.)
inizialmente (επίρ.)
iniziamento (ουσ αρσ )
iniziare (ρ.αμτβ.)
iniziare (ρ. μτβ.)
iniziarsi (ρ.μ. (αντων.))
iniziatico (επίθ.)
iniziativa (θηλ.ουσ)
iniziativo (επίθ.)
iniziato (αρσ. επίθ και ουσ)
iniziatore (αρσ. επίθ και ουσ)
iniziazione (θηλ.ουσ)
inizio (ουσ αρσ )
innacquare (ρ. μτβ.)
innaffiamento (ουσ αρσ )
innaffiare (ρ. μτβ.)
innaffiatoio (ουσ αρσ )
innaffiatrice (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---