Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


ineguagliàbile  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [inegwaʎˈʎabile]

1 ασυναγώνιστος
2 απαράβαλτος
3 ιδεώδης
4 ασύγκριτος
5 απαρομοίαστος
6 άφθαστος
7 τέλειος
8 ασυναγώνιστος
9 ανυπέρβλητος
10 μοναδικός
11 απαράμιλλος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  inefficienza ineguaglianza  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ineffettuabile (επίθ.)
inefficace (επίθ.)
inefficacia (θηλ.ουσ)
inefficiente (επίθ.)
inefficienza (θηλ.ουσ)
ineguagliabile (επίθ.)
ineguaglianza (θηλ.ουσ)
ineguale (επίθ.)
inegualità (θηλ.ουσ)
inelegante (επίθ.)
ineleganza (θηλ.ουσ)
ineleggibile (επίθ.)
ineleggibilità (θηλ.ουσ)
ineluttabile (επίθ.)
ineluttabilità (θηλ.ουσ)
inenarrabile (επίθ.)
inequivocabile (επίθ.)
inerbire (ρ. μτβ.)
inerente (επίθ.)
inerenza (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---