ItalianoGreco


inconsideratézza  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [inkonsideraˈtettsa]

1 επιπολαιότητα
2 ξενοιασιά
3 έλλειψη φροντίδας
4 αστοχασιά
5 κακοκεφαλιά
6 απροσεξία
7 αδιαφορία
8 αβλεψία
9 ασυλλογισιά


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---