Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgrafospàsmo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,grafosˈpazmo] κράμπα που παθαίνουν οι συγγραφείς λόγω υπερβολικής γραφής με το χέρι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |