Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfototùbo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,fɔtoˈtubo] 1 λυχνία κενού που παράγει ρεύμα ανάλογα με τον φωτισμό 2 φωτοηλεκτρική λυχνία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |