Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόforcaiuolo
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [forkajuˈɔlo] 1 αντιδραστικός (πολιτικά) 2 αυτός που πιστεύει ότι πρέπει να κυβερνάς με την κρεμάλα 3 ακροδεξιός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |