Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfilosofèma
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [filozoˈfɛma] 1 ψευτοφιλοσοφία 2 αμπελοφιλοσοφία 3 σοφιστεία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |