Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfettuccìna
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [fettutˈʧina] (al plurale: ((fettuccine))) ζυμαρικά σε λεπτές λωρίδες permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |