Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfazzolétto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [fattsoˈletto] 1 το μαντήλι 2 (di carta) το χαρτομάντιλο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |