Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


extradotàle  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [ekstradoˈtale]

αυτά που δίνονται πάνω από την προίκα


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  extracorrente extraeuropeo  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

extracomunitario (επίθ.)
extraconiugale (επίθ.)
extracontrattuale (επίθ.)
extracorporeo (επίθ.)
extracorrente (θηλ.ουσ)
extradotale (επίθ.)
extraeuropeo (επίθ.)
extragalattico (επίθ.)
extragiudiziale (επίθ.)
extralegale (επίθ.)
extranucleare (επίθ.)
extraparlamentare (ουσ αρσ και θηλ.)
extraparlamentare (επίθ.)
extrasensoriale (επίθ.)
extrasistole (θηλ.ουσ)
extrasistolico (επίθ.)
extrasolare (επίθ.)
extraterrestre (ουσ αρσ και θηλ.)
extraterrestre (επίθ.)
extraterritoriale (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---