Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόèrba
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈɛrba] το χόρτο, η χλόη permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαerba [αρσ.] officinale, medicinale = το βοτάνι || erbe [θηλ. πλυθ.] aromatiche = τα αρωματικά φυτά Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z |
Ën piemontèis |