Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόenfiàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [enˈfjare] 1 πρήζω 2 φουσκώνω 3 γεμίζω με αέριο 4 διογκώνω enfiarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [enˈfjarsi] 1 πρήζομαι 2 διογκώνομαι 3 τουμπανιάζω 4 τουλουμιάζω 5 φουσκώνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |