Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόemancipazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [emanʧipatˈtsjone] 1 απελευθέρωση 2 χειραφέτηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |