Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdisingannàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [dizinganˈnare] 1 βγάζω από πλάνη 2 ανοίγω τα μάτια κάποιου disingannarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [dizinganˈnarsi] 1 βγαίνω από πλάνη 2 ανοίγω τα μάτια μου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |