Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdisgiunzióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [dizʤunˈtsjone] 1 χωρισμός 2 διακοπή 3 διάζευξη 4 διαχωρισμός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |