Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


denigràre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [deniˈgrare]

1 στιγματίζω
2 διασύρω
3 κατασπιλώνω
4 κηλιδώνω
5 δυσφημίζω
6 συκοφαντώ
7 δυσφημώ
8 διαβάλλω
9 καταλαλώ


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  denicotinizzazione denigratore  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

denegare (ρ. μτβ.)
denegatore (αρσ. επίθ και ουσ)
denegazione (θηλ.ουσ)
denicotinizzare (ρ. μτβ.)
denicotinizzazione (θηλ.ουσ)
denigrare (ρ. μτβ.)
denigratore (αρσ. επίθ και ουσ)
denigratorio (επίθ.)
denigrazione (θηλ.ουσ)
denitrificare (ρ. μτβ.)
denitrificazione (θηλ.ουσ)
denocciolare (ρ. μτβ.)
denocciolatrice (θηλ.ουσ)
denominale (αρσ. επίθ και ουσ)
denominare (ρ. μτβ.)
denominarsi (ρ.μ. (αντων.))
denominativo (ουσ αρσ )
denominativo (επίθ.)
denominatore (αρσ. επίθ και ουσ)
denominazione (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---