Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdefezióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [defetˈtsjone] 1 αυτομολία 2 αυτομόληση 3 απόσχιση 4 λιποταξία 5 αποστασία 6 αποσκίρτηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |