Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdeciframénto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [deʧifraˈmento] 1 αποκωδικοποίηση 2 αποκωδίκευση 3 αποκρυπτογράφηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |