Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcronomètrico
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [kronoˈmɛtriko] 1 απόλυτος (στον χρόνο) 2 ακριβής 3 χρονομετρικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |