Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


contrapposizióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [kontrappozitˈtsjone]

1 σύγκριση
2 αντιπαραβολή
3 παραβολή
4 αντιπαράθεση
5 αντίθετη άποψη
6 εναπόθεση αντιθέτων στοιχείων
7 τοποθέτηση πλάι-πλάι
8 αντίθεση


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  contrapporsi contrapposto  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

contrappesarsi (ρ.μ. (αντων.))
contrappeso (ουσ αρσ )
contrapponibile (επίθ.)
contrapporre (ρ. μτβ.)
contrapporsi (ρ.μ. (αντων.))
contrapposizione (θηλ.ουσ)
contrapposto (αρσ. επίθ και ουσ)
contrappuntista (ουσ αρσ και θηλ.)
contrappuntistico (επίθ.)
contrappunto (ουσ αρσ )
contrare (ρ. μτβ.)
contrargine (ουσ αρσ )
contrariamente (επίρ.)
contrariare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
contrariato (επίθ.)
contrarietà (θηλ.ουσ)
contrario (ουσ αρσ )
contrario (επίθ.)
contrarre (ρ. μτβ.)
contrarsi (ρ. μ. αμτβ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---