Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


contachilòmetri  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [,kontakiˈlɔmetri]

1 ο χιλιομετρητής
2 (tachimetro) το ταχύμετρο


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  contabilizzare contadina  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

consustanziazione (θηλ.ουσ)
contabile (ουσ αρσ )
contabile (επίθ.)
contabilità (θηλ.ουσ)
contabilizzare (ρ. μτβ.)
contachilometri (ουσ αρσ )
contadina (θηλ.ουσ)
contadiname (ουσ αρσ )
contadinesco (επίθ.)
contadino (ουσ αρσ )
contadino (επίθ.)
contadinotto (ουσ αρσ )
contado (ουσ αρσ )
contafilm (ουσ αρσ )
contafotogrammi (ουσ αρσ )
contafrottole (ουσ αρσ και θηλ.)
contagiare (ρ. μτβ.)
contagiarsi (ρ.μ. (αντων.))
contagio (ουσ αρσ )
contagiosità (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---