Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcandéla
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [kanˈdela] 1 (di cera) το κερί 2 auto το μπουζί permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |