Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόborghesìa, borghesìa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [borgeˈzia], [borgeˈsia] 1 μπουρζουαζία 2 μεσαία τάξη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |