Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbombatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [bombaˈtura] 1 κύρτωμα 2 φούσκωμα 3 πρήξιμο 4 στρέβλωση 5 κλίση τροχών αυτοκινήτου 6 κυρτότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |