Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbattésimo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [batˈtezimo] η βάπτιση permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαnome [αρσ.] di battesimo = το βαπτιστικό όνομα Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |