Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbarricàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [barriˈkare] 1 αποκλείω 2 κωλύω 3 εμποδίζω 4 στήνω οδοφράγματα barricàrsi ρήμα μέσο αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [barriˈkarsi] 1 αποκλείομαι 2 κλείνομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |