Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbarramìna
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [,barraˈmina] 1 αποσπώμενη μύτη τρυπανιού 2 ατσάλι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |