Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόazzurrògnolo, azzurrógnolo
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [addzurˈrɔɲɲolo], [addzurˈroɲɲolo] 1 γαλαζωπός 2 υποκύανος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |